- εκείθενες
- εκείθες επίρρ.1) оттуда; 2) туда; κατ' εκείθενες туда
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εκείθε — και εκείθενες και κείθε (AM ἐκεῑθεν και κεῑθεν) επίρρ. 1. από κει, από κείνη τη μεριά 2. εκεί πέρα 3. προς τα κει αρχ. 1. από κείνο το γεγονός, από αυτόν τον λόγο 2. (για χρόνο) τότε, μετά απ αυτά … Dictionary of Greek